Παρά τη μεγάλη τουριστική του ανάπτυξη, ο Μόλυβος διατηρεί ανέπαφες τις ομορφιές του και τον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του.Κυρίως όμως δεν προδίδει τους ράθυμους ρυθμούς του που παραπέμπουν σε ένα καλοκαίρι διαρκείας...
Λiγο πριν σουρουπωσει, περπατάω ασθμαίνοντας την ανηφόρα του κεντρικού δρόμου της Αγοράς του Μολύβου για να προλάβω το ηλιοβασίλεμα στο μπαλκόνι του Δημοτικού Καφενείου. Τα λιγοστά τραπεζάκια είναι περιζήτητα όλες τις ώρες κι ακόμα περισσότερο όταν ο πύρινος δίσκος του ήλιου βουλιάζει στη θάλασσα. Ο Μόλυβος είναι όμορφος απ' όπου κι αν τον δεις. Oταν έρχεσαι από την πλευρά της Πέτρας, μετά τη στροφή στο βουναλάκι, ξεπροβάλλει η «ακρωτηριάζουσα χερσονησίς», με το κάστρο στην κορυφή και τις στέγες των σπιτιών να επικαλύπτουν την πλαγιά. Από το χωριό Βαφειό, καθώς πηγαίνεις στη Σκαμιά, ξαναβλέπεις τη μεσαιωνική πολιτεία, από τα πλάγια, σαν νησίδα έτοιμη να αποδράσει στο Αιγαίο. Και καθώς περπατάς στο δρόμο για το λιμάνι, έχεις την εντύπωση ότι η παραδοσιακή πολιτεία κρέμεται πάνω από το κεφάλι σου, μετέωρη και αινιγματική. Οι βόλτες μέσα στον Μόλυβο δεν είναι ξεκούραστες, είναι όμως συναρπαστικές. Απότομες ανηφόρες, κατηφόρες, αδιέξοδα στενά, δρομάκια που σε βγάζουν -αδιάκριτα- σε αυλές ή μπροστά σε ορθάνοιχτα παράθυρα και περβάζια που ξεχειλίζουν από γλάστρες. Στην πέτρινη επικράτεια, όπου περισσεύουν χαραμάδες χωμάτινης γης, ξεπηδούν δέντρα και λουλούδια.
Η Μύθημνα (το άλλο oνομα του Μoλυβου) χτίστηκε ώστε να προστατεύει τους ανθρώπους από τις φυσικές καταστροφές και τις εισβολές επίδοξων κατακτητών. Oταν εξέλειψαν οι εχθροί, οι κάτοικοι χρησιμοποίησαν μπόλικη πέτρα από τις χαμηλότερες οχυρώσεις του κάστρου για να χτίσουν. Απέμεινε το κάστρο στην κορυφή, περήφανο, επιβλητικό, αλλά δυστυχώς ακόμη κλειστό για τους επισκέπτες. Mέχρι τουλάχιστον να αποκατασταθούν οι φθορές του και να λειτουργήσει ο εσωτερικός του περίβολος ως χώρος πολιτιστικών εκδηλώσεων. Αυτό μου το επιβεβαίωσε ο δήμαρχος Στέλιος Καραντώνης που τον βρήκα στο δημαρχείο, το οποίο στεγάζεται προσωρινά στο κτίριο της πρώην Πινακοθήκης. Eδώ πρόκειται να εκτεθεί η αρχαιολογική συλλογή με ευρήματα από τον Μόλυβο και την ευρύτερη περιοχή, στοιχεία αδιάσειστα μιας ιστορίας που καλύπτει όλες τις ιστορικές και προϊστορικές φάσεις.
«Αισθανεστε αποκομμενοι απο τη Μυτιληνη;», ρωτάω τον ευγενέστατο φίλο που μου σερβίρει τον καφέ και το γλυκό καΐσι στο δημοτικό καφενείο. Είναι κάπως αποκομμένος ο Μόλυβος, παραδέχεται. Κατ' αρχήν, πράγμα που το διαπιστώνει και ο καθένας, δεν υπάρχει βαθύ λιμάνι κι έτσι δεν μπορεί να δέσει πλοίο.
Η καθημερινότητα ενός επισκέπτη στον Μόλυβο είναι σχετικά απλή. Το πρωί κάνεις μια βόλτα μέσα στην πόλη, σκαρφαλώνοντας στα δαιδαλώδη σοκάκια που εξασφαλίζουν θέα προς τη θάλασσα ανάμεσα από ανοίγματα στα τείχη. Γύρω σου όλα μοιάζουν με σκηνικό μιας άλλης εποχής, μόνο που είναι αληθινό και λειτουργικό.
Σπίτια, καλντερίμια, μαγαζιά, εκκλησιές, πεζούλια, ένα απομεινάρι μιναρέ, βράχοι που προεξέχουν, ένα οργανικό σύνολο κι ας έχει πέτρινη υπόσταση. Oλα χρωματισμένα με την υφή της παλιάς πέτρας χωρίς να λείπει η χρωματική πανδαισία σε σπίτια, τοίχους ή στα εκπληκτικά εσωτερικά των αρχοντικών. Εκκλησίες-στολίδια ξεχωρίζουν: η Βασιλική του Ταξιάρχη από το 1795, ο Aγιος Παντελεήμων με τους ετερόκλητους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς από το 1844, η Αγία Κυριακή. Οι δημόσιες βρύσες επίσης είναι πανέμορφες, χτίστηκαν στην Τουρκοκρατία, με ανάγλυφες επιγραφές και διακοσμήσεις. Και το κτίριο των Παλαιών Λουτρών αξίζει να δει κανείς στις περιηγήσεις, όπως και το αρχοντικό του Γιαννάκου. Η Αγορά κλέβει τις εντυπώσεις καθώς απλώνεται σε δύο δρόμους, που σμίγουν στην γραφική πλατεία με τον θεόρατο πλάτανο. Οι δρόμοι της σκεπάζονται με σαλκίμια (γλυσίνες) στο σημείο όπου τα μαγαζιά διαχωρίζονται από τις κατοικίες στον πάνω όροφο. Ξύλινες πινακίδες παντού. Στο χαρτοβιβλιοπωλείο Στραβαγκάριο εκτίθενται τα βιβλία του στιχουργού Λευτέρη Παπαδόπουλου, λάτρη του Μόλυβου, άσε που το βράδυ στο λιμάνι σίγουρα τον συναντάς σε κάποιο ταβερνάκι.
Πολλοι κολυμπουν μπροστα στο λιμανι, υπάρχουν ξενοδοχεία όπως το Ελαιοτριβείο, που ακουμπούν στην αμμουδιά, η παραλία είναι περιποιημένη και καθαρή. Σπίτια και ξενοδοχεία κρύβονται ανάμεσα στους φοίνικες, τις συκιές, τους ελαιώνες. Διάσημη και η Εφταλού, τέσσερα χιλιόμετρα παραέξω, με απέραντη θέα στα παράλια της Μικράς Ασίας, τις διαδοχικές ακτές, με την πιο γνωστή των Αγίων Αναργύρων και το εκκλησάκι με τον τάφο του Αργύρη Εφταλιώτη. Εδώ άραξε και έγραψε ο συγγραφέας, όπως και ο Ηλίας Βενέζης. Στην παραλία της Εφταλούς μια ραδιενεργός πηγή γιατρεύει όσους αντέχουν την καυτή θερμοκρασία κι ένα ταβερνάκι, Η Xρυσή Aκτή, σε ταΐζει με νοστιμιές. Η Μένη, που μου προτείνει να φάω σπιτικά ντολμαδάκια και ψητές ολόφρεσκιες σαρδέλες, ονειρεύεται έναν πιο νεανικό τουρισμό. Ο κόσμος τριγύρω παραμένει διακριτικός και ήσυχος. Στα γειτονικά τραπέζια ακούγονται συζητήσεις, ένα ευκατάστατο ζευγάρι Τούρκων «πετάχτηκε» από την εδώ μεριά του Aιγαίου για διακοπές. Aναγνωρίζουμε εκδότες και καλλιτέχνες που ήρθαν στο νησί αποζητώντας ηρεμία και έμπνευση.
Aλλη μια εξορμηση στη Σκαμια, δεκαεπτά χιλιόμετρα από τον Μόλυβο, γενέτειρα του Στρατή Μυριβήλη, με το εκκλησάκι στο βράχο όπου και εμπνεύστηκε το μυθιστόρημά του, την Παναγιά τη Γοργόνα. Πάω για μπάνιο παραδίπλα, στη βοτσαλωτή Κάγια και ξαναγυρίζω στη Σκαμιά, στην ψαροταβέρνα Ανεμόεσσα, δίπλα στο λιμανάκι. Παραγγέλνω χταποδάκι ξιδάτο και γυφτοφάσουλα για αρχή και μου έρχεται μισό μέτρο το χταποδάκι. «Eτσι είναι οι μερίδες μας εδώ», καμαρώνει ο σερβιτόρος. H περιοχή ανεβαίνει συνεχώς, ως προορισμός ποιοτικού τουρισμού. Το εκτιμούν και οι ξένοι αυτό. Ρωτάω την εφημεριδοπώλησσα, στην ανηφοριά για το λιμάνι, ποιες εφημερίδες πουλάνε περισσότερο και μου επιβεβαιώνει την υπεροχή των Ολλανδών τουριστών. Ακολουθούν οι Βέλγοι και οι Aγγλοι.
Το βραδακι οι περαθεριστες σκορπίζονται μέσα στην πόλη και στις ταβέρνες του λιμανιού. Αντιθέτως οι ντόπιοι, κυρίως οι γυναίκες, αράζουν στα κατώφλια και σε καλησπερίζουν. Η γενική εντύπωση είναι ότι οι κάτοικοι δεν άγχονται από το πλήθος των τουριστών. Tα πρωινά στα καφενεία οι άντρες, οι πιο ηλικιωμένοι παίζουν τάβλι φωνάζοντας και πολλοί το ρίχνουν στα ούζα. Η στενωσιά, μια αναγκαστική επαφή. Αυτές οι πόλεις φτιάχτηκαν για να συμβιώνουν οι άνθρωποι, να πηγαινοέρχονται και να συναντώνται. Δεν είναι τυχαία τέτοια μέρη, ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή. Kάποτε ήταν γέφυρες και περάσματα πολιτισμών. Κατοικήθηκαν από την προϊστορία, η Μήθυμνα συναντάται σε αττικά κείμενα. Οι αρχαίοι εκτίμησαν τη θέση και τη σημασία της και στον Μεσαίωνα μαζεύτηκαν οι κάτοικοι στον οικισμό του κάστρου. Τον 11ο αιώνα, ήρθαν οι Γατελούζοι και αναπτύχθηκε το εμπόριο της ελιάς και του λαδιού. Η οθωμανική κατάκτηση στράγγιξε τα πλούτη του τόπου, αλλά τον 18ο αιώνα το εμπόριο πέρασε στα χέρια των Ελλήνων και συνεχίστηκε η ανάπτυξη με την άνοδο της ελληνικής αστικής τάξης τον 19ο αιώνα. Από το 1960 και μετά, ο τουρισμός έγινε βασικό κομμάτι της απασχόλησης, χωρίς να παραμελείται και η αγροτική παραγωγή.
Το βραδυ παιρνει και δροσιζει. Ξανασκέπτομαι την πρωινή κουβέντα: είναι στ' αλήθεια αποκομμένος ο Mόλυβος; Δεν θα το έλεγα. Aπέχει μόλις εξήντα δύο χιλιόμετρα από την Μυτιλήνη και η διαδρομή περνάει ανάμεσα σε ασημένιους ελαιώνες, δάση με πεύκη, βελανιδιές και άλλα οπωροφόρα δέντρα που σκιάζουν το δρόμο. Aπέχει μισή ώρα με αεροπλάνο από την Αθήνα, τρεις από το σπίτι σου. Κι έχεις βρεθεί ανατολικά του Αιγαίου, μια ανάσα από τα μικρασιατικά παράλια, στο τρίτο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας, στην πιο βορειοδυτική εσχατιά της Λέσβου και σ' έναν από τους πιο γοητευτικούς προορισμούς της Eλλάδας.
Πηγή: kathimerini.gr
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφθείτε travelplan.gr ή να επικοινωνήσετε με ένα από τα καταστήματα του δικτύου Travel Plan